Ομιλία της Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
Βασιλικής Θάνου – Χριστοφίλου, Αρεοπαγίτη
στην έκτακτη Γενική Συνέλευση στις 22-9-2012
Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι,
Όταν πριν από 3 μήνες ,με την τιμητική ψήφο σας, ανέλαβα την Προεδρία της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, εγνώριζα ότι διερχόμαστε την πλέον δύσκολη περίοδο για την Ελληνική Δικαιοσύνη και για το Δικαστικό Σώμα. Και από την πρώτη ημέρα ανάληψης των καθηκόντων, όσο εγώ προσωπικά, καθώς και όλα τα μέλη του ΔΣ και όλες οι άλλες Δικαστικές Ενώσεις αρχίσαμε έναν αγώνα σκληρό, καθημερινό προς δύο κατευθύνσεις. Από τη μία πλευρά, για να ενημερωθεί η κοινή γνώμη για το πόσο υπεύθυνο και πόσο βαρύ, σε φόρτο εργασίας, είναι το έργο του Έλληνα Δικαστή, καθώς και για το ποιες είναι πράγματι οι αποδοχές του. Και οι Έλληνες πολίτες, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, κατανόησαν ότι οι Δικαστές δεν είναι μία κάστα υψηλόμισθων και αδιάφορων, για το σοβαρό πρόβλημα της χώρας, Κρατικών Λειτουργών, αλλά ότι βιώνουν, και αυτοί στην οικογενειακή τους ζωή, τα ίδια με όλους τους πολίτες προβλήματα, ως μέρος της ελληνικής κοινωνίας, καθώς και ότι το επίπεδο των αποδοχών τους, μετά τις περικοπές που έχουν ήδη υποστεί, στο υψηλότερο ποσοστό (38%), ανέρχεται σε ένα ποσόν που απλώς εξασφαλίζει μία αξιοπρεπή διαβίωση. Θα ήθελα, στο σημείο αυτό να ευχαριστήσω για τη στήριξή τους τόσο τους δημοσιογράφους και τους παρισταμένους εδώ σήμερα και όλους όσους, άλλους, μας εξασφάλισαν βήμα και στήριξη για την ενημέρωση της κοινής γνώμης, και επίσης να ευχαριστήσω για άλλη μία φορά και τα μέλη όλων των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, οι οποίοι συμμερίζονται τις θέσεις μας και με επανειλημμένες δηλώσεις τους, εκφράζονται ως αλληλέγγυοι και υποστηρικτές του αγώνα μας.
Του αγώνα μας, ο οποίος, από την άλλη πλευρά, επί δύο συνεχείς μήνες συνίσταται σε συζητήσεις και διαπραγματεύσεις με τους αρμόδιους παράγοντες, για να τους πείσουμε για κάτι το οποίο θα έπρεπε να είναι σ΄αυτούς και γνωστό και απόλυτα κατανοητό. Ότι δηλαδή το μισθολόγιο των Δικαστικών Λειτουργών προστατεύεται με ρητήδιάταξη του Συντάγματος, το οποίο επιβάλλει ότι οι αποδοχές τους πρέπει να είναι ανάλογες με το Λειτούργημά τους, διάταξη η οποία επαναλαμβάνεται σε όλες τις αναθεωρήσεις του Ελληνικού Συντάγματος, από το έτος 1952 οπότε το πρώτον θεσμοθετήθηκε και εντεύθεν, ώστε να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία του Δικαστή, να του εξασφαλίζεται δηλαδή από την Πολιτεία ένα επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης, για να θωρακίζεται απέναντι σε τυχόν πιέσεις ή παρεμβάσεις . Ότι, επίσης, οι Δικαστικοί Λειτουργοί, σύμφωνα με το Σύνταγμα, είναι ισότιμοι με τους Λειτουργούς των άλλων δυο εξουσιών ( Νομοθετικής και Εκτελεστικής ) και ότι, επομένως , οι αποδοχές τους μόνον με εκείνων μπορούν να συγκρίνονται. Καθώς και ότι οι Δικαστικοί Λειτουργοί , ένα μέρος των αποδοχών τους το δαπανούν , για να καλύπτουν με δικά τους έξοδα τις δαπάνες που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων τους. Ότι, δηλαδή, καλύπτουν με δικά τους έξοδα τις δαπάνες για τη διατήρηση ιδιαίτερου χώρου γραφείου και βιβλιοθήκης στο σπίτι τους , όπου εργάζονται καθημερινά και τις νυχτερινές ώρες καθώς και τις Κυριακές και αργίες , σε βάρος της προσωπικής και οικογενειακής τους ζωής, για να ανταποκριθούν στο μεγάλο φόρτο , με δικά τους έξοδα τις δαπάνες για computer , αναλώσιμα, γραφική ύλη, με δικά τους έξοδα , τις δαπάνες , για διαμονή και μετακίνηση , κατά τις μεταθέσεις ή τις αποσπάσεις τους, σε πόλεις άλλες , από την οικογενειακή τους εγκατάσταση , με δεδομένο , μάλιστα , ότι κωλύονται να υπηρετούν στον τόπο καταγωγής τους και με δεδομένο , επίσης, ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα , απαγορεύεται ( και ορθώς) να ασκήσουν οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα . Ότι, εν κατακλείδι το μόνο εισόδημα του Δικαστή είναι οι εκ του Λειτουργήματός του αποδοχές, ένα μέρος των οποίων μάλιστα , υποχρεωτικά δαπανά για την άσκηση των καθηκόντων του. Και υπογραμμίσαμε προς όλους τους αρμόδιους παράγοντες, κατά τις συναντήσεις μαζί τους, δηλαδή τόσο με τους τρεις αρχηγούς των Κομμάτων , που στηρίζουν την Κυβέρνηση , όσο και με τον Υπουργό Οικονομικών , ότι οι νέες περικοπές των αποδοχών μας, συνυπολογιζομένου και του ποσοστού μείωσης που έχουν ήδη υποστεί ( του υψηλότερου ποσοστού μειώσεων 38% ),πέραν του ότι είναι αντισυνταγματικές, διότι παύουν πλέον να είναι ανάλογες με το Λειτούργημά μας, και θέτουν σε κίνδυνο την ανεξαρτησία του Δικαστή, επί πλέον καθιστούν πλέον προβληματική την άσκηση των καθηκόντων του, αφού οι αποδοχές του δεν θα επαρκούν για να καλύπτει με δικά του έξοδα , όπως μέχρι σήμερα γίνεται , τις προαναφερθείσες απαραίτητες για την άσκηση των καθηκόντων του δαπάνες . Και αντί της κατανόησης που αναμέναμε στο δίκαιο και λογικό αίτημά μας, συναντήσαμε μια σταθερά αρνητική στάση, κυρίως από το οικονομικό επιτελείο . Και αντί του ποσοστού μείωσης 10-12%, που είχε περιληφθεί στο μνημόνιο II και στον προϋπολογισμό του 2012 , για τα ειδικά μισθολόγια , στη δεύτερη συνάντηση που είχαμε με τον Υπουργό Οικονομικών , μας ανακοίνωσε το παράλογο ποσοστό μείωσης του 22% μεσοσταθμικά και αναδρομικά από τον Ιούλιο του 2012 , ποσοστό το οποίο , συνυπολογιζόμενου και του 38% , κατά το οποίο έχουν ήδη περικοπεί , οι αποδοχές μας, φθάνειστο παράλογο συνολικό ποσοστό μείωσης του 60% . Αυτή η αδιαφορία για τη θεσμική μας θέση και για το συνταγματικά κατοχυρωμένο μισθολόγιό μας , αυτή η άκαμπτη ισοπεδωτική και εξοντωτική εισπρακτική λογική του οικονομικού επιτελείου , της Κυβέρνησης , προκάλεσε την δικαιολογημένη αγανάκτηση των Δικαστών. Καιπυροδότησε τις αντιδράσεις που αποφασίσθηκαν από όλες τις Δικαστικές Ενώσεις και που εφαρμόζονται με καθολική συμμετοχή.
Αντί η Κυβέρνηση να εξασφαλίσει τους Δικαστές , όπως υποχρεούται, τις προϋποθέσεις , για να ασκούν απερίσπαστοι το δικαιοδοτικό τους έργο, έργο με μεγάλες ευθύνες και με βαρύ φόρτο εργασίας ,προκάλεσε με την άκαμπτη επιμονή της , μια πρωτοφανή αναστάτωση στη Δικαιοσύνη , με τις δικαιολογημένες αντιδράσεις τους, δικαιολογημένες διότι εξαντλήθηκαν , χωρίς αποτέλεσμα όλες οι συζητήσεις και διαπραγματεύσεις.
Ο χρόνος της Κυβέρνησης για τη λήψη των αποφάσεών της τελειώνει. Ας αναλογισθεί, επιτέλους, την ευθύνη την οποία έχει για την εξασφάλιση της ηρεμίας και της ομαλής λειτουργίας της Δικαιοσύνης, και ας εξηγήσει και στους Ευρωπαίους εταίρους και την Τρόικα, με την οποία θα συναποφασίσει τα μέτρα, τις σοβαρές συνέπειες που έχει, για την γενικότερη λειτουργία του Κράτους, η έκρυθμη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στη Δικαιοσύνη.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Όταν ζήτησα την ψήφο σας, για τη θέση του Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, θέση την οποία μου αναθέσατε με την τιμητική ψήφο σας, σας υποσχέθηκα ότι ο κύριος στόχος μου θα είναι η αναβάθμιση του κύρους και της αξιοπιστίας του Δικαστή. Σας υποσχέθηκα ότι δεν θα επιτρέψω σε κανέναν να αμφισβητήσει τη θεσμική μας θέση, που μας να γνωρίζει το Σύνταγμα. Και δίνω αγώνα καθημερινά, για να κρατήσω την υπόσχεσή μου αυτή. Και εισπράττω την αγάπη σας και την αναγνώρισή σας, για τον αγώνα μου αυτό και σας ευχαριστώ θερμά. Σας ευχαριστώ και ανανεώνω απέναντι σας την υπόσχεσή μου και τη δέσμευσή μου ότι θα συνεχίσω με την ίδια θέρμη και την ίδια επιμονήτον αγώνα, μέχρι την πλήρη επίτευξη του στόχου.
Απευθυνόμενη προς τους Λειτουργούς της Εκτελεστικής και Νομοθετικής Εξουσίας λέγω ότι, ως εκπρόσωπος των Δικαστών και Εισαγγελέων της Χώρας, στην οποία γεννήθηκαν και άνθισαν η ιδέα της Δικαιοσύνης και της Δημοκρατίαςτα ιδανικά τα οποία υπηρετούμε με την άσκηση του Λειτουργήματός μας, πιστεύουμε ότι αξίζουμε σεβασμό. Αυτόν το σεβασμό αξιώνουμε από την Ελληνική Κυβέρνηση, από το Ελληνικό Κοινοβούλιο και από τους Ευρωπαίους εταίρους. Αναμένουμε την απάντηση τους και δηλώνουμε ότι θα είμαστε ανυποχώρητοι στον αγώνα μας, για την ανεξαρτησία, για το κύρος και για την αξιοπρέπεια των Δικαστών, συνάρτηση των οποίων είναι και το αξιοπρεπές επίπεδο των αποδοχών τους.