ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΙΚΑΣΤΩΝ, Ελευθερία Κώνστα- Μέλος ΔΣ ΕνΔΕ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ  ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΙΚΑΣΤΩΝ

Ελευθερία Κώνστα

Μέλος ΔΣ ΕνΔΕ

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, με τις προτεινόμενες διατάξεις επιδιώκονται μεταρρυθμίσεις στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, με απώτερο στόχο τη βελτίωση της ποιότητας και του χρόνου απονομής της δικαιοσύνης. Από το σύνολο των ρυθμίσεων προκύπτει ότι στόχος είναι η Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών να αποκτήσει ένα ανταγωνιστικό προφίλ, που ταιριάζει περισσότερο σε επαγγελματική σχολή παρά σε σχολή εκπαίδευσης δικαστικών λειτουργών. Κατά την άποψή μας, η συνεχής αξιολόγηση των σπουδαστών εντός της Σχολής κινείται στην σωστή κατεύθυνση εφόσον στοχεύσει στην απόκτηση εκείνων των προσόντων που είναι απαραίτητα για να ανταπεξέλθουν οι νέοι δικαστές στο λειτούργημά τους. Όμως, ο τρόπος που πραγματώνεται η αξιολόγηση και η «πριμοδότηση» ανά κατηγορία των επιδόσεων των σπουδαστών φοβούμαστε ότι θα οδηγήσει σε ένα άνευ προηγουμένου ανταγωνισμό εντός της σχολής. Η περίοδος εκπαίδευσης πρέπει να προάγει συνθήκες απόκτησης αισθήματος ευθύνης της θέσης που πρόκειται να υπηρετήσουν οι νέοι δικαστές, καθήκοντος, συναδελφικότητας και ευγενούς άμιλλας. Οι σχέσεις που θα αναπτύξουν οι εκπαιδευόμενοι, θα τους ακολουθήσουν σε όλης τους την μετέπειτα πορεία, επαγγελματική και προσωπική. Θεωρούμε, λοιπόν, σημαντική την βελτίωση των ρυθμίσεων με σκοπό η Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών να λειτουργήσει ως εφαλτήριο νέων ανθρώπων που θα συμβάλλουν στην ανάδειξη της δικαιοσύνης ως  συνεκτικό πυλώνα της ελληνικής κοινωνίας.

Κατ΄άρθρο παρατηρήσεις:

Άρθρο 4

Στην παρ. 1εε’ προβλέπεται πλέον η συμμετοχή των  Δικαστικών Ενώσεων στο ΔΣ της ΕΣΔΙ θα γίνεται εκ περιτροπής με ενιαύσια θητεία. Σημειώνεται ότι μέχρι σήμερα συμμετείχαν ταυτόχρονα δύο Δικαστικές Ενώσεις (μία από την πολιτική – ποινική κατεύθυνση και μία από την διοικητική). Με αυτό τον τρόπο αποκλείεται η μεγαλύτερη δικαστική ένωση της χώρας , η Εν.Δ.Ε. για τρία χρόνια από την ΕΣΔΙ, γεγονός που αποδυναμώνει το λόγο των δικαστών στα πεπραγμένα της Σχολής.

Άρθρο 7

Με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου προβλέπεται η τοποθέτηση τριών Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρφωσης στις Κατευθύνσεις της ΕΣΔι, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου. Οι Διευθυντές Κατάρτισης φέρουν τον βαθμό του Προέδρου Εφετών ή Εισαγγελέα Εφετών, προκειμένου για την κατεύθυνση Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και Ειρηνοδικών και την κατεύθυνση Εισαγγελέων αντίστοιχα.

Στην περίπτωση (γ) όμως άρθρου ορίζεται ότι, για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, ως Διευθυντής Κατάρτισης ορίζεται Πρόεδρος Εφετών που υπηρετεί στα διοικητικά δικαστήρια, εφόσον ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Όταν όμως ο Γενικός Διευθυντής προέρχεται από τον Άρειο Πάγο, ως Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης ορίζεται Σύμβουλος Επικρατείας. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, η ρύθμιση αυτή είναι αναγκαία, διότι, όπως έχει αποδειχθεί σε όλα τα χρόνια λειτουργίας της Σχολής, ο μεγαλύτερος αριθμός των διδασκόντων στη Σχολή είναι δικαστικοί λειτουργοί του Συμβουλίου της Επικρατείας. Συνεχίζοντας  αναφέρεται ότι «Τούτο επειδή καλύπτουν θεματικές τόσο του Συμβουλίου της Επικρατείας όσο και των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, ώστε η συνεργασία για τον καθορισμό του προγράμματος διδασκαλίας της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης να πρέπει να συντονίζεται από Σύμβουλο Επικρατείας. Το ίδιο ισχύει και κατά την πραγματοποίηση ημερίδων και επιμορφωτικών σεμιναρίων. Αντιθέτως, οι διδάσκοντες δικαστικοί λειτουργοί από τον Άρειο Πάγο αποτελούν μικρότερο αριθμό διδασκόντων στη Σχολή (ενδεικτικά, κατά την τελευταία τριετία ο αριθμός ήταν μόνον δύο).» Η εν λόγω αιτιολογία μόνο έκπληξη μπορεί να προκαλέσει διότι: α) δεν αιτιολογεί επαρκώς πως συνδέεται η ευκαιριακή αριθμητική υπεροχή των διδασκόντων του ΣτΕ σε σχέση με τον μικρότερο πράγματι αριθμό διδασκόντων-αρεοπαγιτών, με την άνιση αντιμετώπιση στην επιλογή των συγκεκριμένων διευθυντικών θέσεων β) Οι ίδιοι προβληματισμοί που προβάλλονται εκ μέρους του ΣτΕ περί του συντονισμού του προγράμματος σπουδών από μέλος του δικαστηρίου, αφορούν και τον Άρειο Πάγο. Οι Διευθυντές Κατάρτισης προετοιμάζουν την επιλογή μοριοδοτώντας τους διδάσκοντες και συντονίζουν το έργο των διδασκόντων. Το σχέδιο αφήνει την εντύπωση ότι ένας Αρεοπαγίτης είναι επιτρεπτό να μοριοδοτείται και να υποβάλλεται στο συντονισμό ενός Προέδρου Εφετών πολιτικών δικαστηρίων, αλλά, αντιθέτως, ένας Σύμβουλος Επικρατείας δεν μπορεί να υπόκειται σε αυτή την μεταχείριση. Όμως τις εκπαιδευτικές ανάγκες των υποψηφίων δικαστών των διοικητικών δικαστηρίων, που είναι και οι περισσότεροι σε αριθμό, ο πρόεδρος εφετών τις γνωρίζει καλύτερα από τον Σύμβουλο Επικρατείας, λόγω των διαφορετικών αρμοδιοτήτων των δυο δικαστηρίων.

Άρθρο 8 (αφορά την καταργούμενη διάταξη του ισχύοντος νόμου)

Καταργείται ο Σύμβουλος Επιμόρφωσης για θέματα ευρωπαϊκού δικαίου, που είχε θεσπισθεί με το άρθρο 6 του ν. 3910/2011.

Δυστυχώς, η εν λόγω ρύθμιση δεν ενεργοποιήθηκε για άγνωστους λόγους πλην όμως η ανάθεση των εν λόγω καθηκόντων σε ειδικό Σύμβουλο Επιμόρφωσης είναι σημαντική τόσο για την επιμόρφωση των δικαστικών λειτουργών όσο και τον ευρωπαϊκό χαρακτήρα της ίδιας της Σχολής. Θεωρούμε ότι λόγω του επιβαρυμένου βάσει των νέων ρυθμίσεων καθηκόντων των Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρφωσης των Κατευθύνσεων της Σχολής (πχ αναλαμβάνει πλέον και την διδασκαλία και βαθμολόγηση των σπουδαστών), η ανάθεση και αυτού του έργου θα οδηγήσει σε αρρυθμία των σχέσεων της ΕΣΔι με ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς επιμόρφωσης δικαστικών λειτουργών. Φρονούμε ότι η διάταξη πρέπει να μείνει ως έχει και να ενεργοποιηθεί ο θεσμός του Σύμβουλου Επιμόρφωσης  για θέματα ευρωπαϊκού δικαίου.

Άρθρο 15

Ορίζεται το δικαίωμα των εκπαιδευομένων στην Σχολή για λήψη αποδοχών ίσων με το ήμισυ των εκάστοτε συνολικών αποδοχών του παρέδρου πρωτοδικείου, με σαφή τρόπο διατύπωσης, ώστε να μην υφίσταται αμφιβολία ως προς το περιεχόμενο της διάταξης, όπως τούτο συνέβαινε υπό το καθεστώς ισχύος του ν. 3689/2008.

Φρονούμε ότι το δικαίωμα των εκπαιδευομένων στην Σχολή για λήψη αποδοχών πρέπει να ανέρχεται στα 3/5 των εκάστοτε συνολικών αποδοχών του παρέδρου πρωτοδικείου. Ας μη λησμονούμε, ότι πρόκειται για εκπαιδευόμενους οι οποίοι καλούνται για ένα έτος να εγκαταλείψουν την  μόνιμη κατοικίας τους και να υποστούν τα έξοδα μετοίκησης και διαβίωσης σε άλλον τόπο, στην έδρα της Σχολής ενώ κάποιοι εξ αυτών έχουν ήδη δημιουργήσει και οικογένειες. Συνεπώς, η αξιοπρεπής διαβίωση τους που εξαρτάται από το ύψος των αποδοχών τους πρέπει να διασφαλιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

 

Άρθρο 19

Με το άρθρο 19 παράγραφο 8 εισάγεται ο νέος θεσμός αξιολόγησης των σπουδαστών με το σύστημα των “βασικών διδασκόντων” με τον οποίο περιορίζεται δραστικά ο αριθμός των διδασκόντων που θα αξιολογούν τους εκπαιδευόμενους.   Πρόκειται πράγματι για ένα νεωτερικό θεσμό, που αποσκοπεί αφενός σε ένα δικαιότερο τρόπο αξιολόγησης των σπουδαστών καθώς  οι βασικοί διδάσκοντες θα έχουν την δυνατότητα μέσω των αυξημένων ωρών διδασκαλίας να εκφράζουν αντικειμενική και σαφή κρίση βαθμολόγησης των σπουδαστών. Ο αριθμός των προβλεπόμενων σε κάθε κατεύθυνση βασικών διδασκόντων είναι επτά (7), στους οποίους περιλαμβάνεται και ο οικείος Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης. Συγκεκριμένα προβλέπεται ως προς την Κατεύθυνσης Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και Ειρηνοδικών,   ότι η αρχική πεντάμηνη κοινή εκπαίδευση των σπουδαστών και η μετέπειτα τρίμηνη ξεχωριστή εκπαίδευσή τους κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, θα πραγματοποιείται με την κατανομή των βασικών διδασκόντων στα δύο αυτά επιμέρους στάδια εκπαίδευσης, ώστε να διδάσκουν ανά κατεύθυνση τέσσερις (4) από αυτούς στο πρώτο επιμέρους στάδιο της  κοινής εκπαίδευσης και τρεις (3) στο δεύτερο επιμέρους στάδιο της ξεχωριστής εκπαίδευσης, χωρίς να αποκλείεται ο ίδιος διδάσκων να διδάσκει σε αμφότερα αυτά τα επιμέρους στάδια. Εφόσον οι βασικοί διδάσκοντες σε κάθε κατεύθυνση είναι επτά (7) και τα μαθήματα που έκαστος υποχρεούται να διδάξει είναι τουλάχιστον δύο (2) συνάγεται ότι οι εκπαιδευόμενοι πρόκειται να αξιολογούνται σε δεκατέσσερα (14) μαθήματα. Οι ημέρες διδασκαλίας στην ίδια κατεύθυνση δεν μπορούν να είναι λιγότερες των δέκα (10) για τον κάθε ένα. Ο οικείος Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης και οι βασικοί διδάσκοντες υποχρεούνται να αναλαμβάνουν τη διδασκαλία τουλάχιστον δύο μαθημάτων έκαστος χωρίς τη συμμετοχή άλλου διδάσκοντος σε αυτά.

Με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα τα βασικά μαθήματα της Σχολής όσον αφορά την Κατεύθυνση που Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και Ειρηνοδικών, περιείχαν τουλάχιστον 9-12 δίωρα ανά τμήμα, γεγονός που σημαίνει τουλάχιστον 3-4 διήμερα απασχόλησης ανά μάθημα για κάθε διδάσκοντα. Εάν υπολογίσει κάποιος και την προετοιμασία για κάθε διήμερο, την επεξεργασία και βαθμολόγηση των εργασιών καθώς και την εκπόνηση της τελικής βαθμολογίας, έχουμε την εικόνα της εργασίας που καλείται να διεκπεραιώσει κάθε δικαστικός λειτουργός, βασικός διδάσκων. Διερωτάται κανείς, με δεδομένο τον φόρτο εργασίας των δικαστών του δευτέρου βαθμού και του Ακυρωτικού, ποιος θα θελήσει να αναλάβει το έργο του διδάσκοντα στην ΕΣΔι με παράλληλα υπηρεσιακά καθήκοντα; Μονόδρομος αλλά και δίκαιο αίτημα είναι η μερική απαλλαγή και ολική για τον Διευθυντή Κατεύθυνσης από λοιπά υπηρεσιακά καθήκοντα.  Ερωτάται, όμως, κανείς, υπάρχει σήμερα μια τέτοια δυνατότητα και ειδικά στα δικαστήρια της  Θεσσαλονίκης, αλλά και της Αθήνας που είναι διαχρονικά η βασική και σχεδόν αποκλειστική πηγή τροφοδοσίας διδασκόντων της ΕΣΔι;

Παράγραφος 9: Ο γενικός βαθμός προόδου στο πρώτο στάδιο κατάρτισης αποτελείται από τον μέσο όρο των επιμέρους βαθμών προόδου ως προς έκαστο μάθημα του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης και των έξι διδασκόντων. Θεωρούνται επιτυχόντες οι εκπαιδευόμενοι που έλαβαν γενικό βαθμό προόδου τουλάχιστον οκτώ (8)  υπό την προϋπόθεση ότι σε τέσσερα (4) τουλάχιστον από τα αξιολογούμενα μαθήματα δεν έλαβαν βαθμολογία χαμηλότερη του οκτώ (8). Οι αποτυχόντες από το πρώτο στάδιο κατάρτισης το επαναλαμβάνουν με την επόμενη εκπαιδευτική σειρά χωρίς να λαμβάνουν, κατά το στάδιο αυτό, αποδοχές, όπως αυτές προσδιορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 του παρόντος. Σε περίπτωση εκ νέου αποτυχίας για τον ίδιο λόγο διαγράφονται από τη σχολή.

Η ως άνω ρύθμιση προκρίνει ένα ανταγωνιστικό  πρόσωπο για την Σχολή Δικαστών. Στα πλαίσια όμως του υγιούς ανταγωνισμού, θα πρέπει η διάταξη να τεθεί ως εξής «Σε περίπτωση που στο πρώτο στάδιο κατάρτισης εκπαιδευόμενος δεν λάβει την βαθμολογία της προηγούμενης παραγράφου θα επαναλαμβάνει το πρώτο στάδιο κατάρτισης με την επόμενη εκπαιδευτική σειρά χωρίς να λαμβάνει, κατά το στάδιο αυτό, αποδοχές, όπως αυτές προσδιορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 του παρόντος» (άρθρο 21). Διότι με την σημερινή διατύπωση διαφαίνεται ως δεδομένο ότι θα υπάρχουν αποτυχόντες σπουδαστές.

Προβληματισμό επίσης προκαλεί και η μη καταβολή αποδοχών κατά το διάστημα που ο σπουδαστής θα επαναλάβει το πρώτο στάδιο κατάρτισης. Η εν λόγω επιλογή θα φέρει σε δυσχερή θέση τον σπουδαστή ο οποίος θα αναγκαστεί να μείνει χωρίς οικονομικούς πόρους, αντιμετωπίζοντας βιοποριστικό πρόβλημα. Η αποτυχία διαπεραίωσης του πρώτου σταδίου δεν πρέπει να έχει τιμωρητικό χαρακτήρα.

Άρθρο 20

Στο άρθρο 20 ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τις εξετάσεις αποφοίτησης, με τις οποίες περατώνεται το πρώτο στάδιο κατάρτισης και ως προς την αξιολόγηση των σπουδαστών.  Η θεσμοθέτηση οι εξετάσεις αποφοίτησης να είναι μόνον γραπτές βρίσκεται στην σωστή κατεύθυνση.

Άρθρο 21

Παράγραφος 3: Η σειρά επιτυχίας στους πίνακες επιτυχόντων καθορίζεται με βάση τον συνυπολογισμό των βαθμών που έλαβε κάθε εκπαιδευόμενος, ως εξής: α) κατά τον εισαγωγικό διαγωνισμό στη Σχολή με συντελεστή βαρύτητας 30%, β) κατά το πρώτο στάδιο κατάρτισης, ο μέσος όρος των βαθμών προόδου με συντελεστή βαρύτητας 30%, ο οποίος αναλύεται στο επιμέρους στάδιο από την 1η Φεβρουαρίου έως την 30η Ιουνίου με συντελεστή βαρύτητας 10% και στο επιμέρους στάδιο από την 1η Ιουλίου έως την 31η Οκτωβρίου με συντελεστή βαρύτητας 20% και γ) κατά τις εξετάσεις αποφοίτησης με συντελεστή βαρύτητας 40%. Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα των βαθμών που προκύπτει διαιρείται με το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας.  

Εφόσον η ΕΣΔι αποτελεί την βάση της εκπαίδευσης των μελλοντικών δικαστών και εφόσον με τις νέες ρυθμίσεις επιδιώκεται η αναβάθμιση των εκπαιδευτικών υπηρεσιών της Σχολής, θα πρέπει να μειωθεί ο συντελεστής βαρύτητας κατά τον εισαγωγικό διαγωνισμό. Το 30% είναι υπερβολικά μεγάλο.

Άρθρο 23

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση εισάγονται μια σειρά από σημαντικές καινοτομίες, αποσκοπώντας στην αναβάθμιση του δεύτερου σταδίου κατάρτισης των σπουδαστών της ΕΣΔΙ, το οποίο συνίσταται στην πρακτική τους άσκηση μετά τον εξαγωγικό διαγωνισμό.  Κατά την πρακτική άσκηση οι εκπαιδευόμενοι θα επεξεργάζονται υπό την καθοδήγηση των εποπτευόντων και των εκπαιδευτών υποθέσεις, οι οποίες τους ανατίθενται, θα συντάσσουν εισηγήσεις ή σχέδια δικαστικών αποφάσεων ή εισαγγελικών προτάσεων ή εισαγγελικών διατάξεων ή κατηγορητηρίων ή βουλευμάτων. Στα πλαίσια της πρακτικής άσκησης οι εκπαιδευόμενοι καλούνται και παρίστανται κατά την προανάκριση ή ανάκριση χωρίς να έχουν δικαίωμα λόγου ή ψήφου στις συνεδριάσεις των δικαστηρίων κατά τη συζήτηση των υποθέσεων στο ακροατήριο και στις διασκέψεις,  η δε συμμετοχή τους να μη καταχωρίζεται στις εκθέσεις, στα πρακτικά ή στις αποφάσεις. Κατά τη διάρκεια της πρακτικής άσκησης και ανά τακτά χρονικά διαστήματα πραγματοποιούνται ενημερωτικές και εκπαιδευτικές συναντήσεις, στις οποίες είναι υποχρεωτική η συμμετοχή των υπευθύνων της πρακτικής άσκησης. Η συχνότητα, ο τόπος και ο χρόνος των συναντήσεων αυτών καθορίζονται κάθε φορά από τον εποπτεύοντα.

Η εξοικείωση των σπουδαστών στην δικαστηριακή πρακτική είναι θεμιτή και πάγιο αίτημα όλων των πλευρών (δικαστών και σπουδαστών). Αυτό όμως προϋποθέτει δύο πράγματα: α) εκπαιδευτές με μειωμένα καθήκοντα ώστε να δύναται να αφοσιώνονται στο εκπαιδευτικό τους έργο  και β) χώρους εργασίας, οι οποίοι δυστυχώς είναι ανύπαρκτοι. Ειδικά ως προς τους εκπαιδευτές, που είναι Πρόεδροι Πρωτοδικών, θα επαναλάβουμε τους ενδοιασμούς σχετικά με τον θεσμό του «βασικού διδάσκοντα». Όταν τα πρωτοβάθμια δικαστήρια της χώρας , ειδικά σε μια μετά-covid εποχή «βουλιάζουν» από υποθέσεις (πολιτικές και ποινικές), πως θα μπορέσει ο δικαστικός λειτουργός να υποστηρίζει τον εκπαιδευτικό του ρόλο; Αυτόματα οι όποιες νεωτερικές και θετικές  νομοθετικές επεμβάσεις τορπιλίζονται εκ των έσω.

Παράγραφος 6:

Η συγκριτική αξιολόγηση της πρακτικής άσκησης ανά κατηγορία εκπαιδευομένων, αποτυπώνεται σε πίνακα κατάταξης των εκπαιδευόμενων σε πέντε ομάδες ως εξής. Στην ομάδα 1 κατατάσσονται οι εκπαιδευόμενοι με την καλύτερη συγκριτικά επίδοση κατά την πρακτική άσκηση, σε ποσοστό 10% επί του συνόλου των εκπαιδευομένων ανά κατηγορία. Στην ομάδα 2 κατατάσσονται οι αμέσως επόμενοι, με βάση τη συγκριτική τους επίδοση, εκπαιδευόμενοι και μέχρι το 25% του συνόλου των εκπαιδευομένων ανά κατηγορία. Στην ομάδα 3 κατατάσσονται οι αμέσως επόμενοι, με βάση τη συγκριτική τους επίδοση, εκπαιδευόμενοι και μέχρι το 50% του συνόλου των εκπαιδευομένων ανά κατηγορία. Στην ομάδα 4 κατατάσσονται οι υπόλοιποι εκπαιδευόμενοι, με εξαίρεση εκείνους που κατατάσσονται στην ομάδα 5. Στην τελευταία αυτή ομάδα κατατάσσονται οι σπουδαστές εκείνοι των οποίων η επίδοση θεωρείται ανεπαρκής.

Επαναλαμβάνουμε τις παρατηρήσεις μας ως προς το πρώτο στάδιο  κατάρτισης.  Στα πλαίσια όμως του υγειούς ανταγωνισμού, θα πρέπει η διάταξη να τεθεί ότι  «Σε περίπτωση που στο δεύτερο στάδιο κατάρτισης εκπαιδευόμενος δεν λάβει την βάση της προβλεπόμενης βαθμολογία …» Διότι με την σημερινή διατύπωση διαφαίνεται ως δεδομένο ότι θα υπάρχουν αποτυχόντες σπουδαστές.

Άρθρο 26

Σύμφωνα με το συγκεκριμένο άρθρο προβλέπεται ο τρόπος καθορισμού της σειράς στους πίνακες αρχαιότητας. Συγκεκριμένα, ο τελικός βαθμός εξάγεται με βάση:

α) τον βαθμό που έλαβε κατά τον εισαγωγικό διαγωνισμό, με συντελεστή βαρύτητας τρία δέκατα (0,3),

β) τον μέσο όρο των βαθμών προόδου που έλαβε κατά τα δύο επιμέρους στάδια του πρώτου σταδίου κατάρτισης, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή βαρύτητας ένα δέκατο (0,1) για το πρώτο επιμέρους στάδιο και δύο δέκατα (0,2) για το δεύτερο επιμέρους στάδιο και συνολικά τρία δέκατα (0,3),

γ) τον βαθμό που έλαβε στις εξετάσεις αποφοίτησης, με συντελεστή βαρύτητας τέσσερα δέκατα (0,4).

Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα των βαθμών που προκύπτει διαιρείται με το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας.

δ) Ο τελικός βαθμός κάθε εκπαιδευόμενου προσαυξάνεται στη συνέχεια, με βάση την κατάταξή του κατά το στάδιο της πρακτικής άσκησης ως εξής:

Για όσους εκπαιδευόμενους κατατάχθηκαν στην ομάδα 1, ο τελικός βαθμός πολλαπλασιάζεται με συντελεστή 1,2

Για όσους εκπαιδευόμενους κατατάχθηκαν στην ομάδα 2, ο τελικός βαθμός πολλαπλασιάζεται με συντελεστή 1,15

Για όσους εκπαιδευόμενους κατατάχθηκαν στην ομάδα 3, ο τελικός βαθμός πολλαπλασιάζεται με συντελεστή 1,1 και

Για όσους εκπαιδευόμενους κατατάχθηκαν στην ομάδα 4, ο τελικός βαθμός πολλαπλασιάζεται με συντελεστή 1  και δεν προσαυξάνεται.

Παρατηρούμε επ΄αυτών ότι ο βαθμός εισαγωγής στην Σχολή παρότι ελήφθη υπόψη για την εξαγωγή του βαθμού του πρώτου μέρους κατάρτισης, λαμβάνεται εκ νέου υπόψη με συντελεστή βαρύτητας τρία δέκατα (0,3), δηλαδή λαμβάνεται υπόψη δύο φορές! Ο χρόνος εκπαίδευσης εντός της Σχολής λαμβάνεται υπόψη με συντελεστή βαρύτητας τρία δέκατα (0,3)! Ενώ οι γραπτές εξαγωγικές εξετάσεις υπόψη με συντελεστή βαρύτητας τέσσερα δέκατα (0,4), δηλαδή περισσότερο από την βαθμολογία του διδάσκοντα. Εν ολίγοις θεσπίζουμε ένα νέο θεσμό, επιδιώκουμε την έντονη και διαρκή παρουσία δικαστικών λειτουργών ως διδάσκοντες στην Σχολή και στην συνέχεια τους αποδομούμε με το να μειώνουμε την αξία της βαθμολόγησή τους.

Παρότι η αναδιάρθρωση της του δευτέρου σταδίου εκπαίδευσης (πρακτική) κινείται στην σωστή κατεύθυνση, δεν εξηγείται επαρκώς γιατί να έχει ιδιαίτερα βαρύνουσα σημασία σε σχέση με την θεωρητική κατάρτιση των σπουδαστών. Μήπως στο πρώτο στάδιο οι σπουδαστές δεν μαθαίνουν να συντάσσουν αποφάσεις, να επεξεργάζονται δικογραφίες, να λύνουν πρακτικά ζητήματα, να συνεργάζονται με τους διδάσκοντες κλπ;

Θεωρούμαι ότι  οι συντελεστές βαρύτητας πρέπει να αντιστραφούν ώστε το βάρος της βαθμολογίας να αφορά το πρώτο στάδιο, ειδάλλως να είναι ισοβαρής. Σε κάθε περίπτωση εάν σκοπός είναι η εκπαιδευτική διαδικασία να έχει πιο πρακτικό χαρακτήρα, θα προτείναμε την επιμήκυνση του χρόνου πρακτικής άσκησης παρά την πριμοδότηση στην βαθμολογία κατά τον προτεινόμενο τρόπο.