ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟ 28ης-07-2020 ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΗΣ Κ. ΑΚΡΙΒΗΣ ΕΡΜΙΔΟΥ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΠΕΥΣΗ ΕΚΔΙΚΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΚΡΕΜΜΩΝ ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΤΟΥ Ν. 3869/2010, Ιάκωβος Γ. Απέργης ,Ειρηνοδίκης

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟ 28ης-07-2020 ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΗΣ Κ. ΑΚΡΙΒΗΣ ΕΡΜΙΔΟΥ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΠΕΥΣΗ ΕΚΔΙΚΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΚΡΕΜΜΩΝ ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΤΟΥ Ν. 3869/2010

 

Στις 28-07-2020 αναρτήθηκε δημόσια στον ιστότοπο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων κείμενο της κ. Ακριβής Ερμίδου με τίτλο «Οι θέσεις μου στην ομάδα Εργασίας για το ν. 3869/2010 και οι λόγοι των προσωπικών επιθέσεων». Στο κείμενο αυτό αναφέρονται αφενός εντελώς ανακριβή δεδομένα ως προς το Ειρηνοδικείο Πειραιά, αφετέρου ο παντελώς αβάσιμος ισχυρισμός ότι οι εκπρόσωποι του Ειρηνοδικείου μας κατά την συνεδρίαση της 10ης Μαρτίου 2020 στην  Ομάδα Εργασίας για τον ν.3869/2010 συναίνεσαν στις προτάσεις της ανωτέρω ομάδας σχετικά με τον επαναπροσδιορισμό και εκκαθάριση  όλων των αιτήσεων του ν. 3869  εντός του έτους 2021 και την κατάργηση του ακροατηρίου, όπως οι προτάσεις αυτές έχουν αποτυπωθεί στο σχέδιο νόμου που ήδη έχει κυκλοφορήσει σε νομικούς ιστότοπους και μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Στην ανωτέρω συνεδρίαση συμμετείχα ως εκπρόσωπος του Ειρηνοδικείου Πειραιά μαζί με την κυρία Διευθύνουσα το Ειρηνοδικείο. Επειδή δυστυχώς, δεν είναι η πρώτη φορά που διακινούνται τέτοιες ανακρίβειες και επειδή, ενόψει της επικείμενης υποβολής για δημόσια διαβούλευση και εν συνεχεία προς ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου, δεν πρέπει να δημιουργούνται υπόνοιες στους συναδέλφους ότι συναίνεσαν και άλλοι δικαστικοί λειτουργοί, πλην των τριών (3) Ειρηνοδικών που συμμετείχαν στην Ομάδα Εργασίας, στις αναφερόμενες στο σχετικό νομοσχέδιο ρυθμίσεις, βρίσκομαι στην εξαιρετικά δυσάρεστη θέση, προς αποκατάσταση της αλήθειας, να θέσω υπόψη όλων των συναδέλφων τα κάτωθι,  ζητώντας προκαταβολικά την κατανόησή τους για το μακροσκελές του κειμένου, το οποίο ωστόσο αποτυπώνει  τα πραγματικά γεγονότα και την στάση εκάστου φορέα από αυτούς που συμμετείχαν  στην αναφερόμενη στην ανάρτηση της κας Ερμίδου ομάδα εργασίας.

Α) Στις αρχές του περασμένου δικαστικού έτους ζητήθηκε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης σε Ειρηνοδικεία στα οποία εκκρεμούσε μεγάλος αριθμός αδίκαστων αιτήσεων του ν. 3869/2010 να καταθέσουν προτάσεις σχετικά με την δυνατότητα επίσπευσης των αιτήσεων αυτών. Μεταξύ των Ειρηνοδικείων ήταν και το Ειρηνοδικείο Πειραιά. Ακολούθως στις 19-10-2020 συγκλήθηκε στο Ειρηνοδικείο μας Ολομέλεια με αντικείμενο την εκπόνηση σχετικών προτάσεων. Για την εκπόνηση του τελικού σχεδίου των προτάσεων απαιτήθηκε επισταμένη νομική έρευνα και εκτεταμένος νομικός διάλογος από όλα τα μέλη του Ειρηνοδικείου μας. Συνοπτικά, θέση του Ειρηνοδικείου μας ως προς τις αιτίες  της  υπερπληθώρας των αιτήσεων του ν. 3869 ήταν, ανάμεσα σε άλλες,  η αδυναμία του νομοθέτη να προβλέψει την μαζικότητα των αιτήσεων του νόμου αυτού, η ειδικότερη κοινωνική διαστρωμάτωση περιφερειών συγκεκριμένων Ειρηνοδικείων και η, σε πολλές περιπτώσεις, άστοχη κατανομή των 140 οργανικών θέσεων που προέβλεψε ο νόμος 4336/2015 για την αντιμετώπιση των εκκρεμών αιτήσεων του ν. 3869/2010. Ειδικά ως προς το Ειρηνοδικείο Πειραιά η κατανομή των θέσεων ήταν εκτός οποιασδήποτε λογικής. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο Ειρηνοδικείο μας προβλέφθηκε η μικρότερη κατά ποσοστό αύξηση των οργανικών θέσεων στην Αττική και η δεύτερη μικρότερη σε ολόκληρη την επικράτεια και, ενώ κατά την ψήφιση του νόμου στο ειρηνοδικείο μας εκκρεμούσαν 13.928 αγωγές και αιτήσεις, ο αριθμός των οργανικών θέσεων αυξήθηκε μόνο κατά 2. Με τον τρόπο αυτόν, το Ειρηνοδικείο μας, από τρίτο, πλέον κατέστη (όχι από άποψη δικαστηριακής ύλης, αλλά από αριθμό οργανικών θέσεων) το τέταρτο Ειρηνοδικείο της Επικράτειας. Ενδεικτικό του παραλογισμού της κατανομής ήταν ότι σε έτερο Ειρηνοδικείο στο οποίο εκκρεμούσαν κατά την ψήφιση του νόμου 5.148 αιτήσεις και αγωγές ο αριθμός των οργανικών θέσεων αυξήθηκε -και ορθώς- κατά 9, ενώ ακόμα και στην ίδια την περιφέρεια του Πρωτοδικείου Πειραιά σε Ειρηνοδικείο που εκκρεμούσαν 738 αγωγές και αιτήσεις χορηγήθηκαν 3 επιπλέον θέσεις. Ως προς την επίσπευση των αιτήσεων του ν. 3869/10,  θέση του Ειρηνοδικείου μας ήταν ότι αυτό μπορούσε  να γίνει κυρίως  με αύξηση οργανικών θέσεων, ενώ, παράλληλα με τις προτάσεις μας για την αποσυμφόρηση των Δικαστηρίων από τις εκκρεμείς αιτήσεις του ν. 3869/2010, υποβάλαμε και γενικότερες  προτάσεις για  τον εκσυγχρονισμό και την επιτάχυνση απονομής της Δικαιοσύνης. Οι προτάσεις μας αυτές διαβιβάστηκαν προς γνώση και ενδεχόμενη υιοθέτησή τους και στα λοιπά Ειρηνοδικεία που κλήθηκαν από το Υπουργείο. Προς ικανοποίησή μας, οι προτάσεις μας αυτές αγκαλιάστηκαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους από όσους συνάδελφους έλαβαν γνώση αυτών. Ωστόσο, προς μεγάλη μας έκπληξη στις 21-11-2019 αναρτήθηκαν δημόσια στον ιστότοπο dikastis.blogspot.com παρατηρήσεις της κ. Ακριβής Ερμίδου με τίτλο «ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ».  Στην ανάρτηση αυτή η κυρία Ερμίδου δεν χαιρέτισε ούτε την πρωτοβουλία για την σύγκληση της ολομέλειας και υποβολή προτάσεων ούτε  κάποια  εκ των προτάσεών μας. Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι δεν χαιρέτισε ακόμα και προτάσεις που και η ίδια υιοθέτησε, όπως λ.χ. την πρόταση η λήψη ένορκων βεβαιώσεων να γίνεται από γραμματέα, όπως η πρόταση αυτή διαμορφώθηκε το πρώτον στην από 19ης-05-2017 Ολομέλεια του Ειρηνοδικείου μας. Αντίθετα, διαστρεβλώνοντας μάλιστα το περιεχόμενό τους, άσκησε κριτική σε συγκεκριμένες προτάσεις, καθώς, μεταξύ άλλων, ήταν αντίθετη στην πρότασή μας για εισαγωγή του τεκμηρίου ομολογίας στις ερήμην υποθέσεις των εργατικών διαφορών, στην υποβολή αιτήσεων άπορων για Νομική Βοήθεια στους οικείους Δικηγορικούς Συλλόγους και στην έναρξη ευρείας συζήτησης για την αναγκαιότητα παράστασης Δικαστικού Λειτουργού στις κατ’ οίκον έρευνες και αντικατάστασή της με χρήση δικαστικού εντάλματος, όπως γίνεται στην Ευρώπη, αλλά και σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν θα κρίνω επί του παρόντος  αν  η κυρία Ερμίδου είχε  δικαίωμα να διαφωνήσει δημόσια με κάποιες ή και με όλες τις προτάσεις, καθόσον αυτές δεν εκφράστηκαν δημόσια, αλλά στο πλαίσιο του προαναφερόμενου εσωτερικού επιστημονικού διαλόγου με το Υπουργείο.  Φυσικά, επειδή  είναι αυτονόητο ότι αφενός  οι παραπάνω προτάσεις δεν διεκδικούν τεκμήριο ορθότητας και συνιστούν απλή έκφραση γνώμης, αφετέρου επειδή επιβάλλεται να υπάρχει επιστημονικός διάλογος, κάθε κριτική ήταν ευπρόσδεκτη. Ωστόσο, όπως προκύπτει από το ύφος και το περιεχόμενο της επιστολής, οι παρατηρήσεις αυτές δεν έγιναν επί σκοπώ ανταλλαγής επιστημονικών απόψεων, αλλά με καθαρή πρόθεση επίκρισης, όπως προκύπτει άλλωστε από το γεγονός αφενός ότι οι προτάσεις αυτές διαστρεβλώθηκαν και αφετέρου  ότι στην επίμαχη ανάρτηση η κα Ερμίδου  διατείνεται ότι  τις προτάσεις αυτές τις χαρακτηρίζει η  έλλειψη αναγκαίας  υπευθυνότητας που πρέπει να μας διακρίνει  όλους κατά την εκφορά του δημόσιου λόγου. Πραγματικά εκπλαγήκαμε για τις παραπάνω τοποθετήσεις της κυρίας Ερμίδου και εύλογα διερωτηθήκαμε ποιος ήταν ο λόγος αυτής της επίθεσης, καθόσον αποτελεί πρωτοφανές γεγονός εκλεγμένος  Ειρηνοδίκης, εκπρόσωπος της Ένωσης, να επιτίθεται σε  τμήμα του σώματος των ψηφοφόρων του, ήτοι σε ένα ολόκληρο Ειρηνοδικείο  χαρακτηρίζοντας ως  ανεύθυνη στάση την εκπόνηση σχεδίου επιστημονικών  προτάσεων. Μετά ταύτα, στις 24-11-2019 αναγκαστήκαμε να απαντήσουμε στην κυρία Ερμίδου με ανάρτησή μας που δημοσιεύτηκε στον ανωτέρω ιστότοπο. Η επικριτική στάση της κας Ερμίδου ουδέποτε μεταβλήθηκε, αλλά, για λόγους που κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει, παραμένει σταθερή μέχρι σήμερα. Συνεπώς, είναι απολύτως αβάσιμος ο ισχυρισμός της ότι υπερασπίστηκε το Ειρηνοδικείο Πειραιά κατά την προαναφερόμενη συνεδρίαση της ομάδας εργασίας έναντι των λοιπών μελών της επιτροπής. Άλλωστε, τόσο ο πρόεδρος της επιτροπής τόσο και τα λοιπά μέλη της επιτροπής δεν είχαν ως πρόθεση να αναδείξουν ευθύνες στα πάσχοντα Ειρηνοδικεία, ώστε να χρειαστεί κάποιος να μας υπερασπίσει. Αντιθέτως, κατά την ανωτέρω  πολύωρη συνεδρίαση της 10ης-03-2020 κριτική και επίκριση δεχτήκαμε από  τους  Ειρηνοδίκες-μέλη της ομάδας εργασίας, γεγονός κατά την γνώμη μου πολύ δυσάρεστο, καθόσον ακόμα και στην υποθετική περίπτωση όπου ένα Ειρηνοδικείο δεν επέδειξε ορθή διαχείριση σε μεγάλο όγκο υποθέσεων, οι συνάδελφοι Ειρηνοδίκες θα έπρεπε να είναι αυτοί που  στηρίζουν και όχι αυτοί που επικρίνουν συναδέλφους.

Β) Στην ίδια ανάρτηση η κυρία Ερμίδου επικρίνει το Ειρηνοδικείο Πειραιά διότι δεν είχε εναρμονίσει τον κανονισμό λειτουργίας του και δεν είχε προβεί σε επαναπροσδιορισμό επαρκών αιτήσεων του ν. 3869/10 (με τον όρο «εναρμόνιση» προδήλως η κα Ερμίδου αναφέρεται στην προβλεπόμενη από το άρθρο 3 ΥΠΟΑ4 Ν. 4336/2015 δυνατότητα τροποποίησης του κανονισμού λειτουργίας των δικαστηρίων, συγχέοντάς την με την υποχρέωση εναρμόνισης της Εθνικής Νομοθεσίας με τους Κανονισμούς των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Η θέση αυτή αποτυπώνει πλημμελή γνώση του νόμου για την βελτίωση του οποίου συστάθηκε η ομάδα εργασίας, στην οποία συμμετείχε ως εκπρόσωπος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων η κυρία Ερμίδου. Και τούτο, διότι, όπως σαφώς προκύπτει από το περιεχόμενο της διάταξης του ανωτέρω άρθρου, αφενός η τροποποίηση του κανονισμού με την σύσταση και λειτουργία ειδικών τμημάτων εκδίκασης των υποθέσεων του Ν.3869/2010 είναι δυνητική, αφετέρου, αν πραγματοποιηθεί, η στελέχωση του τμήματος εκδίκασης υποθέσεων του Ν.3869  με δικαστές γίνεται σε ποσοστό ανάλογο του ποσοστού των σχετικών υποθέσεων που εκκρεμούν σε κάθε δικαστήριο. Το ζήτημα της τροποποίησης του κανονισμού τέθηκε στην από 16ης-01-2017 Ολομέλεια του Δικαστηρίου μας. Εκεί διαπιστώθηκε ότι λόγω της ασήμαντης ενίσχυσης του Ειρηνοδικείου μας με αύξηση μόνο 2 οργανικών θέσεων (όπως αυτές κατανεμήθηκαν σύμφωνα με το άρθρ. 4 ΥΠΟ Α4 του άρθρου 2 του Ν.4336/2015) εάν τελικώς αποφασιζόταν η τροποποίηση του κανονισμού και με δεδομένο ότι: α) οι εκκρεμείς αιτήσεις του ν. 3869  ήταν άνω των 8.000 και β) ότι η επάνδρωση του τμήματος θα έπρεπε να γίνει αναλογικά του αριθμού των ανωτέρω  αιτήσεων, θα επέρχετο  ο  πλήρης αποδεκατισμός των λοιπών τμημάτων. Αυτό θα είχε ως περαιτέρω συνέπεια ότι πλέον υποθέσεις λ.χ. εργατικής φύσης θα προσδιορίζονταν σε διάστημα μεγαλύτερο της τετραετίας, προοπτική δηλαδή που  δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή.  Ως εκ τούτου, αποφασίστηκε ότι η εν λόγω τροποποίηση θα έπρεπε να αναβληθεί μέχρι την ουσιαστική ενίσχυση του Ειρηνοδικείου, η οποία (ενίσχυση), παρά τα συνεχή αιτήματα του Ειρηνοδικείου μας, ουδέποτε πραγματοποιήθηκε, καθόσον έκτοτε ουδεμία αύξηση ή ανακατανομή στις οργανικές θέσεις των Ειρηνοδικείων έλαβε χώρα.

Γ) Στην ίδια ανάρτηση η κυρία Ερμίδου αναφέρει ότι οι συνάδελφοι του Ειρηνοδικείου Πειραιά που υπηρετούσαν στο τμήμα υπερχρεωμένων χρεώνονταν μέγιστο αριθμό δικογραφιών  80-90 ετησίως.  Αυτός ο παντελώς αβάσιμος  αριθμός αναφέρεται μόνο προς δημιουργία εντυπώσεων φυγοπονίας, στο πλαίσιο του (σε πολλούς συναδέλφους γνωστού) κανιβαλισμού και στοχοποιήσης  που επιχειρείται ήδη από τις αρχές του προηγούμενου δικαστικού έτους εις βάρος των Ειρηνοδικείων που είχαν μεγάλο αριθμό εκκρεμών αιτήσεων του ν. 3869/2010 και χωρίς να φυσικά να εξεταστεί αν υπήρχε ή όχι αντικειμενική δυνατότητα επαναπροσδιορισμού όλων των ανωτέρω αιτήσεων σύμφωνα με τον ν. 4336/2015. Δυστυχώς, είναι πραγματικά χωρίς προηγούμενο  αυτή η προσπάθεια διαίρεσης ενός συμπαγούς τμήματος του δικαστικού σώματος, και δη των Ειρηνοδικών, και κατηγοριοποίησης των Ειρηνοδικείων αφενός σε «καλά», ευπειθή και φίλεργα Ειρηνοδικεία και αφετέρου σε «κακά», απείθαρχα και φυγόπονα Ειρηνοδικεία. Σε κάθε περίπτωση, ο ρόλος του κριτή της επαγγελματικής απόδοσης κάθε Δικαστηρίου και εκάστου Ειρηνοδίκου δεν ανήκει στην κυρία Ερμίδου, αλλά στα θεσμοθετημένα Όργανα Επιθεώρησης των Δικαστηρίων και των Δικαστικών Λειτουργών, τα οποία, αν διαπιστώσουν μειωμένη απόδοση, μπορούν να πράξουν ό,τι προβλέπεται από τον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων. Μια ανταγωνιστική παρουσίαση αριθμού χρεώσεων διαφόρων δικαστηρίων ανοίγει πολύ επικίνδυνα μονοπάτια και θα πρέπει να αποφεύγεται· εντούτοις, έχει πάρει τέτοια έκταση στον χώρο των Ειρηνοδικών η ανωτέρω πολλαπλώς αναπαραγόμενη αναφορά, ούτως ώστε να υπάρχει ανάγκη άρσης των ψευδών εντυπώσεων που έχει δημιουργήσει. Οφείλω συνεπώς να αναφέρω ότι στο αμέσως επόμενο της ψήφισης του Ν.4336/2015 δικαστικό έτος πολλοί συνάδελφοί μας ξεπέρασαν, όχι φυσικά τον αριθμό των 90 δικογραφιών, που αναφέρει η κυρία Ερμίδου, αλλά τον διπλάσιο αριθμό (180) από αυτόν που αναφέρεται. Εξάλλου, μπορεί κάποιος να διαπιστώσει  τον αριθμό των ετησίως εκδιδομένων αποφάσεων του Ειρηνοδικείου Πειραιά (και την ανακρίβεια των ισχυρισμών της κυρίας Ερμίδου), όπως και οποιουδήποτε Δικαστηρίου της χώρας, στον ιστότοπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, όπου δημοσιεύονται τα στατιστικά στοιχεία εκάστου Δικαστηρίου. Στις παραπάνω χρεώσεις μάλιστα δεν περιλαμβάνονται οι χρεώσεις υποθέσεων που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο της μόνιμης αναπλήρωσης των περιφερειών των Ειρηνοδικείων των νήσων  Σαλαμίνας, Αίγινας, Πόρου, Σπετσών και Κυθήρων.

Δ) Στην ίδια ανάρτηση η κυρία Ερμίδου αναφέρει ότι οι εκπρόσωποι του Ειρηνοδικείου Πειραιά παρουσίασαν και προφορικά τα στατιστικά στοιχεία της υπηρεσίας και εξέφρασαν την άποψη ότι το προτεινόμενο σχέδιο ήταν υλοποιήσιμο. Δεν είναι η πρώτη φορά που αναφέρεται ότι στις προτάσεις της ομάδας εργασίας συναίνεσαν τα Ειρηνοδικεία με εκκρεμείς αιτήσεις. Προς αποκατάσταση της αλήθειας, οφείλω να αναφέρω ότι αφενός μεν ο ισχυρισμός αυτός είναι παντελώς αβάσιμος, αφετέρου δε είναι εκτός λογικής να συναινούσαμε σε τέτοιες αντισυνταγματικές, μη εφαρμόσιμες και επιβαρυντικές για εμάς προτάσεις. Αυτό που η κυρία Ερμίδου δεν αναφέρει είναι  ότι  η αντιπροσωπεία του Ειρηνοδικείου μας δεν παρουσίασε απλώς με προφορικό τρόπο στατιστικά στοιχεία, αλλά επιπλέον κατάθεσε στα Πρακτικά πολυσέλιδο κείμενο  έγγραφων  προτάσεων τις οποίες έχουμε ήδη δημοσιοποιήσει. Και επειδή scripta manent, καλώ τους συναδέλφους – μέλη της Ομάδας Εργασίας:

Ι) να γνωστοποιήσουν στους συναδέλφους μας το κείμενο των Πρακτικών που υπέγραψαν και στο οποίο φαίνονται ξεκάθαρα οι θέσεις κάθε φορέα, αλλά και

ΙΙ) να γνωστοποιήσουν το κείμενο των δικών τους έγγραφων προτάσεων, το οποίο κατέθεσαν εκπροσωπώντας την δικαστική εξουσία στη συγκεκριμένη ομάδα εργασίας.

Η θέση μας, η οποία, μάλιστα, σε ό,τι με αφορά, εκφράστηκε δημοσίως στις 07-02-2020, υπό την ιδιότητά μου ως εισηγητή στο Επιμορφωτικό Σεμινάριο της ΕΣΔΙ για τους Νέους Ειρηνοδίκες, έναν δηλαδή ακριβώς μήνα πριν από την πρόσκλησή μας στην ομάδα εργασίας, για την αξία της προφορικότητας της διαδικασίας και την συμβολή της στην ορθή δικαστική διάγνωση των υποθέσεων είναι γνωστή και περιορίζομαι απλώς να επισημάνω πως όχι μόνο δεν είμαστε υπέρ της κατάργησης του ακροατηρίου, αλλά υποστηρίζουμε την επαναφορά του και στην τακτική διαδικασία. Ωστόσο, για να μην καταλείπεται οποιαδήποτε υπόνοια συναίνεσης  δηλώνω με σαφήνεια σε σχέση με το προτεινόμενο νομοσχέδιο τα κάτωθι:

– Δεν θα μπορούσαμε ποτέ να συμφωνήσουμε  σε  διατάξεις  που έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τα άρθρα 20 παρ. 1 και 93 παρ. 2 Συντ. και καταργούν την δημοσιότητα κατά την εκδίκαση των υποθέσεων.

-Δεν θα μπορούσαμε ποτέ να συμφωνήσουμε με την κατάργηση της προφορικότητας, επειδή, όπως προαναφέρθηκε, μάς βρίσκει αντίθετους, καθώς εκτιμούμε ότι συμβάλλει  στην πληρέστερη διάγνωση της υπόθεσης.

-Δεν θα μπορούσαμε ποτέ να συμφωνήσουμε με διατάξεις που έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τα άρθρα 26 παρ. 3 και 87  Συντ., παραβιάζοντας την αρχή του Αυτοδιοίκητου των Δικαστηρίων.

-Δεν θα μπορούσαμε ποτέ να συμφωνήσουμε με διατάξεις νομοσχεδίου που υποχρεώνει συναδέλφους να εκδώσουν εξωπραγματικό αριθμό υποθέσεων (ενδεικτικά αναφέρεται ότι αν εφαρμοστούν όσα προβλέπονται, συνάδελφοι που υπηρετούν σε  έτερο Ειρηνοδικείο της Αττικής, θα χρεωθούν ετησίως με αριθμό υποθέσεων που υπερβαίνει τις 1.000!!!!), ευτελίζοντας τις συνθήκες απονομής της Δικαιοσύνης και αντιμετωπίζοντας κρίσιμες υποθέσεις που αφορούν στο προσωπικό και οικονομικό μέλλον των πολιτών ως απλά νούμερα τα οποία «πρέπει» να μειωθούν.

Εξάλλου, η πρόταση της κυρίας Ερμίδου για πλασματική συζήτηση της υπόθεσης και χρέωσης κατά τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό του εκάστοτε Δικαστηρίου δεν περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο. Επιπλέον, εξ όσων γνωρίζω, σε κανέναν Κανονισμό Δικαστήριού της χώρας δεν ορίζεται ανώτατο όριο χρεώσεων ανά Δικαστή. Ας υποδείξει η κ. Ερμίδου τους  Κανονισμούς ποιων Δικαστηρίων είχε υπόψη της όταν υπέβαλε αυτήν την πρόταση. Περαιτέρω, στην υποθετική περίπτωση που καθοριζόταν αυτός ο ανώτατος αριθμός, αν η υπέρβαση δεν είχε κάποια κύρωση, θα ήταν απλό ευχολόγιο, όπως γίνεται καθημερινά  με την υπέρβαση του μέγιστου αριθμού των προσδιορισμένων υποθέσεων στα πινάκια των Δικαστηρίων όλης της χώρας. Αλλά ακόμα και αν τα ανωτέρω μπορούσαν να πραγματοποιηθούν, καμία επιτάχυνση δεν θα υλοποιείτο, αλλά, αντιθέτως, θα είχαμε το παράδοξο φαινόμενο ο Δικαστής να επεξεργάζεται λ.χ. το έτος 2025 φάκελο δικογραφίας με οικονομικά στοιχεία του έτους 2020, όταν δηλαδή θα φερόταν ως συζητηθείσα η υπόθεση.

Σε κάθε περίπτωση, όταν κάποιος προτείνει ή δέχεται  να συζητηθούν 90.000 εκκρεμείς αιτήσεις εντός ενός έτους με παράλληλη αναστολή πειθαρχικών διώξεων (τις οποίες, προφανώς, η ομάδα τις θεώρησε δεδομένες)  ή με εκ των υστέρων πραγματική χρέωση με ανώτατο όριο αριθμού υποθέσεων ανά Δικαστή, διατρέχει τον κίνδυνο να γίνει δεκτό μόνο το πρώτο μέρος της πρότασής του, όπως εν προκειμένω συνέβη. Είναι -φρονώ- αυτονόητο ότι τέτοιες νομικές «καινοτομίες» θα πρέπει αντιμετωπίζονται με την ανάλογη υπευθυνότητα και να ζητείται η ευρύτερη συμμετοχή και συναίνεση  όλου του νομικού κόσμου. Εξάλλου, η Δικαστική Εξουσία δεν είναι δυνατόν να δώσει λύσεις στα αδύνατα, διότι δεν υπηρετούν σε αυτήν μάγοι με μαγικά ραβδιά. Τι λύση θα μπορούσε να δώσει το Δικαστικό Σώμα αν λ.χ. υπήρχε αίτημα να εκδικαστούν όλες οι εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις στα Πλημμελειοδικεία και τα Εφετεία όλης της χώρας εντός προθεσμίας ενός έτους; Οι συνάδελφοι της ομάδας εργασίας φαίνεται να αποδέχτηκαν ένα παράλογο δεδομένο -δηλαδή ότι ο επαναπροσδιορισμός των εκκρεμών αιτήσεων έπρεπε να λάβει χώρα μέχρι τον Ιούνιο του 2021- ανεξαρτήτως του ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε πως κάποιοι  συνάδελφοί τους θα χρεωθούν πάνω από 1.000 υποθέσεις σε ένα έτος και ό,τι αυτό συνεπάγεται τόσο ως προς την υπηρεσιακή κατάσταση των Ειρηνοδικών (ενδεχόμενα διότι, όπως προαναφέρθηκε, οι ανήκοντες στα «κακά» Ειρηνοδικεία θα πρέπει τώρα να υποστούν τις συνέπειες),  όσο και ως προς  την ποιότητα αυτών των fast track αποφάσεων. Αυτό προκύπτει και από το γεγονός ότι στο νομοσχέδιο στο οποίο συναίνεσαν υπάρχει υποχρέωση επαναπροσδιορισμού 90.000 εκκρεμών αιτήσεων, χωρίς παράλληλη ρητή πρόβλεψη για αύξηση συγκεκριμένων  οργανικών θέσεων στα πάσχοντα Ειρηνοδικεία. Τουλάχιστον, ο ν.4336/2015, παράλληλα με τις προθεσμίες επαναπροσδιορισμού που έθεσε, ενίσχυσε προς αυτήν την κατεύθυνση τα Ειρηνοδικεία, αυξάνοντας στοχευμένα (ανεξαρτήτως του ότι η κατανομή πολλές φορές δεν έγινε με ορθολογικά κριτήρια) τις οργανικές θέσεις των Ειρηνοδικών κατά 140. Ίσως δεν ελήφθη υπόψη η  βασική αρχή του Δικαίου ότι ουδείς είναι υποχρεωμένος στα αδύνατα και ότι δεν μπορούμε να έχουμε και την πίτα ολόκληρη (σύντομος επαναπροσδιορισμός) και τον σκύλο χορτάτο (όχι ενίσχυση με οργανικές θέσεις).

Πειραιάς, 12-08-2020

Ιάκωβος Γ. Απέργης

Ειρηνοδίκης